Πέμπτη 12 Μαρτίου 2020

Ποιητική συλλογή

 

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Όπου κατοικούν άνθρωποι…

σ’ όλο τον κόσμο,

σ’ όλη τη χώρα,

σ’ όλη την πόλη,

στη γειτονιά,

μέσα στο σπίτι,

στο δωμάτιο,

σ’ όλο μου το σώμα,

μες στο μυαλό μου,

στα κύτταρα μου,

Ψάχνω να βρω τα ξεθωριασμένα ίχνη της ελευθερίας.

 

Δύσκολο να ψάχνεις, εύκολο να ακολουθείς και βάρος να σε ακολουθούν.

 

Στο πλάι μου μείνε να μεταδώσουμε μαζί:

στα κύτταρα μας,

μες στο μυαλό μας,

σε όλο μας το σώμα,

στα δωμάτια,

μέσα στα σπίτια,

στις γειτονιές,

σε όλες τις πόλεις,

σε όλες τις χώρες,

σε όλο τον κόσμο,

όπου κατοικούν άνθρωποι…

τον «ιό» της ελευθερίας!







ΜΙΑ ΑΝΑΣΑ

Μία ανάσα,

κι άλλη μία.

Μία,

και άλλη μία.

Μετρημένες, βαριές και ασήκωτες.

Όσο και να ανοίξεις το στόμα δε σου φτάνει το οξυγόνο άνθρωπε.

Έγειρες σαν εκείνη την Ιτιούλα όπως έλεγε και η Κατερίνα.

Εκεί στη στροφή του δρόμου…

Σήμερα γεννήθηκε ένα έργο και πέθανε ένας άνθρωπος.*

  

*Τον φώναζαν «Μπουσδούκο» και έτυχε να περνάω από το σημείο που άφησε την τελευταία του πνοή, στις 28-02-2017. Σε αντίθεση με τον Χάρη και τον Γρηγόρη, άφησε ασυγκίνητους, γείτονες, περαστικούς και «αρμοδίους».







JE M' EN FOUS

Ο φίλος μου είναι συμφεροντολόγος,

αλλά δεν είναι και πολύ εντάξει…,

 

Ο θείος μου είναι μισογύνης,

αλλά δεν είναι και πολύ εντάξει…,

 

Ο ξάδερφος μου είναι ψεύτης,

αλλά δεν είναι και πολύ εντάξει…,

 

Ο γείτονας μου είναι φασίστας,

αλλά δεν είναι και πολύ εντάξει…,

 

Ο συνεργάτης μου είναι εκμεταλλευτής,

αλλά δεν είναι και πολύ εντάξει…,

 

Νόμιζα ότι είχα τρομερή ιδέα,

αλλά δεν ήταν και πολύ εντάξει…

 

Απλά παρέα κάνουμε.

Είναι όλα σε τάξη.







ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΟΡΓΗ

Για τους φυλακισμένους και τους διαφορετικούς αυτής της κοινωνίας.

 

Για τους φοβισμένους εικονολάτρες αλλά και για το σκυφτό κεφάλι σου,

ενόσω κοιτάς την οθόνη του κινητού.

 

Για τη γραμμή που μας χάραξαν από παιδιά.

 

Για τους παγωμένους τηλεθεατές.

 

Για τους προσκυνημένους ψηφοφόρους.

 

Για τις παρενοχλήσεις και τους βιασμούς όλου του κόσμου.

 

Για τα ωράρια, αλλά και για τα νεκρά σπερματοζωάρια.







ΔΕΧΟΜΕΘΑ ΜΠΑΖΑ

Ταγιαδόρος που κάνει ανασκαφές,

αυτόηθος στο βούρκο των αμφιβίων του χθες.

 

Σίγουρα όχι στο βυθό.

Έμαθα πάντα να αργώ.

 

Σίγουρα όχι στα ουράνια.

Κατράμι η σαύρα στην επιφάνεια.

 

Σίγουρα όχι στα σκουπίδια.

Φτερά θα βγάλει, μισεί τα ίδια.







ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Ξημέρωσε σκοτάδι.

Ο ήλιος ξεπροβάλει μέσα από κάγκελα.                                           

Η νύχτα με ξυπνά πρωί και η μέρα με διατάζει.

 

Τριγυρνάω μοναχός μέσα στο σώμα μου και συναντώ νεκρά λουλούδια.

Σκύβω μπροστά στην μοναξιά και βουτάω σε ματωμένα κύτταρα.

Συχνά δένω κόμπο τα πόδια και μπερδεύω την γλώσσα μου.

 

Βλέπω μέσα απ’ τον καθρέφτη:

Περισσότερο κόσμο

Περισσότερα μάτια

Περισσότερα αμάξια

Πολλά φανάρια

Πιο πολλούς δρόμους

Πιο πολλούς νόμους.

 

Πολλοί την μέρα ζήλεψαν κι έτρεξαν να την πιάσουν,

όμως ξέχασαν να μας πουν τι χρώμα έχει η νύχτα.

 

Εγώ πρωί που ξύπναγα φαινότανε σκοτάδι

και ας μας λένε οι νεκροί πως βρίσκονται στον Άδη.

 

Μόλις ανοίξω τα φτερά θα σπάσει ο καθρέφτης,

κομμάτια οι βιτρίνες σας και άφαντος ο κλέφτης.







ΠΤΩΣΗ

Το ένοιωσα μέσα φωτεινό,

να καίει το φως το κοντινό.

 

Δεν θέλω να ’ρθω να σε δω,

γιατί θυμίζεις αδερφό,

που μου κόψε το χέρι.

 

Το πόδι στέκει στο βουνό

και το αλεξίπτωτο θεριό,

που πέφτει και δεν τρέμει.

 

Το βλέμμα μοιάζει μακρινό,

στο έδαφος το αιχμηρό.

 

Ίσως να είναι φοβερό,

πέφτω ξανά σαν το φτερό.

 

Ο άνεμος με οδηγεί,

σαν το πουλί μες στο κλουβί,

που του κοψαν το χέρι.

 

Το σώμα λιώνει στο μαλακό το χώμα.

 

Το μόνο που απόμεινε

είναι ένα πτώμα.







Θα πεθάνεις!

Θα πεθάνεις!

Γιατί φοβάσαι τον θάνατο;

Θα πεθάνεις!

Γιατί ζεις σαν πτώμα;

Θα πεθάνεις!

Το αποτέλεσμα σε νοιάζει ή ο τρόπος;

Θα πεθάνεις!

Κάθε μέρα πεθαίνεις.

Θα πεθάνεις!

Όσο αξία έχει η ζωή τόσο ασήμαντος είναι ο θάνατος.

Θα πεθάνεις!

Βάλτο καλά στο μυαλό σου.

Θα πεθάνεις!

Γι’ αυτό ζήσε.

Θα πεθάνεις!

Οποιαδήποτε στιγμή.

Θα πεθάνεις!

Γι’ αυτό ζήσε.

Θα πεθάνεις!

Θα πεθάνω!







ΣΕ ΑΛΛΟ ΤΟΠΟ

Βρίσκομαι, σε θέση μάχης.

Βέλη από παντού…

Ασπίδες και φωτιά.

Γλιστράω και φωνάζω…

Η μέρα νυχτώνει γρήγορα και το φεγγάρι μυρίζει καυσαέριο.

 

Στέκομαι στο πιο ψηλό σημείο.

Τεντώνω το χέρι μου.

Το μυαλό και την υπομονή μου.

Το σώμα μου όμως, παραμένει εδώ.

 

Πόσο θα συνεχιστεί αυτό;

Πόσο αυτό…

Πόσο θα συνεχιστεί;

Θα συνεχιστεί αυτό;

Θα αυτό…

Αυτό πόσο θα συνεχιστεί;

Πόσο;

Αυτό…

 

Όχι αυτό…

Αυτό.